Θάνατος, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας - βιβλιοεντύπωση



Η Ζωή και ο Άγγελος. Ο Αρχάγγελος και η Συννεφένια του. Εννιά χρονών παιδιά όταν ανακαλύπτουν πως ο καθένας κρατάει στα χέρια του το μισό του άλλου. Σε ένα χορταριασμένο χωράφι στην Αίγινα, εκεί που τους περιμένουν τα αστρολούλουδα να στολίσουν αθώα παιδικά κεφάλια. Υπάρχουν όμως κι η Άννα κι ο Αντώνης, παιδιά κι αυτά, για τόσο λίγο. Εκεί στον Ανθόκηπο, όλα αρχίζουν κι όλα τελειώνουν.



«Από τότε τρέχαμε μαζί με τη Ζωή. Από τότε έτρεχε ξωπίσω μας και η φωτιά…Μα δε φτάναμε ποτέ μαζί εκεί που θέλαμε. Όλα μας τα όνειρα έπαιρναν φωτιά, από τότε…». Χρόνια μετά, στο δωμάτιο ενός νοσοκομείου, ο Άγγελος ανατρέχει στο παρελθόν του, αυτό που βρίσκεται πληγωμένο ανεπανόρθωτα σε ένα κρεβάτι δίπλα του. Ένα κορμί ταλαιπωρημένο, ένα πρόσωπο παραμορφωμένο.
«Αλλόκοτη η φύση. Ακόμα και στα ανθισμένα της αστέρια χάρισε αγκάθια. Για να γαντζώνονται στα ανέμελα σύννεφα και να μην πέφτουν».Γιατί τα αστρολούλουδα του παιδικού κήπου από σύμβολο ανεμελιάς έγιναν σημάδι, μια ανεξίτηλη σφραγίδα που πέρασε στην ψυχή του Άγγελου και στο σώμα της Ζωής, παίρνοντας εκεί τη μορφή ενός ταλαιπωρημένου ξωτικού.
«Είναι πόνος οξύς το να αισθάνεσαι “μικρός” καθώς μεγαλώνεις, επειδή για τα σημάδια που κάποτε δε διάβασες, κάτι όμορφο δε θα μεγαλώσει ποτέ…Και για να αντέξεις τον οξύ πόνο, γίνεσαι σκληρός, βουβός, έρημος, ξύλινος, μόνος…» Ο Άγγελος επιλέγει να κόψει τις ρίζες των δέντρων του απαντώντας στην επιλογή άλλων -ή της μοίρας ίσως;- να πάρουν μακριά τη ζωή, τη Ζωή του. Το παρελθόν είναι όμως μέσα του, σιωπηλό, σε αναμονή.

Διαβάστε τη συνέχεια της βιβλιοεντύπωσης στο προσωπικό ιστολόγιο της συγγραφέως Ευρυδίκης Αμανατίδου, πατώντας εδώ.

Δημοσίευση σχολίου