Το όνομά μου είναι Μπααμπούρ - βιβλιοεντύπωση



Μια χρυσαφιά θάλασσα από ώριμο στάρι. Αυτό ήταν το όνειρο του Αζάρ, εκεί στο μακρινό Αφγανιστάν. Όνειρο έμεινε και χάθηκε. Όμως στη θέση του ήρθε το όραμα μιας καλύτερης ζωής σε μια άλλη πατρίδα. Ο Αζάρ, η γυναίκα του η Ντελμπάρ κι ο μικρός τους Μπααμπούρ, λαθρομετανάστες σαν τόσους άλλους, αντικρίζουν για πρώτη φορά την πραγματική θάλασσα που μοιάζει γεμάτη χρυσαφιά φύλλα. Κι αυτή η θάλασσα θα τους βγάλει σε ένα μικρό νησί.


«Δουλειά!» είναι η πρώτη λέξη που μαθαίνει ο Αζάρ καθώς, με τον Μπααμπούρ στην αγκαλιά, παρακολουθεί έναν ντόπιο ψαρά. Δουλειά; Μόνο ψάρια, γεννήματα της θάλασσας, όταν και όσα αυτή θέλει. Μικρός ο τόπος, μοιάζει να αποδιώχνει ακόμη και τα δικά του παιδιά. Πόσο μάλλον τον ξένο, τον λαθραίο! Ηθελημένα ή μη, αυτές οι ετικέτες μπαίνουν πάνω από τη λέξη άνθρωπος και την καλύπτουν σαν δυνατό αυτοκόλλητο. Να τους λυπηθείς; Ένα κομμάτι ψωμί, μια κουβέρτα δε φτάνουν. Κι ο Αζάρ δε θέλει χάρες, δεν ήρθε να γίνει παράσιτο. Να δουλέψει, να ζήσει, να ονειρευτεί, αυτό ζητάει. Είναι πολύ άραγε;

Διαβάστε τη συνέχεια της βιβλιοεντύπωσης στο προσωπικό ιστολόγιο της Ευρυδίκης Αμανατίδου, πατώντας εδώ.

Δημοσίευση σχολίου